Κυριακή 7 Ιανουαρίου 2018

Η ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ


Η ΜΕΓΑΛΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ



Εκπληκτική τοιχογραφία με δύο καθιστές μορφές, προσωποποιήσεις της Μακεδονίας (αριστερά) και της Συρίας (δεξιά), σε αντικριστή θέση. 

Αποτυπώνει το πόσο ζωντανό ήταν το όραμα ενός μεγάλου, ενωμένου, κράτους στον ελληνιστικό κόσμο, το οποίο, δυστυχώς, δεν υλοποιήθηκε ποτέ εξ αιτίας των συνεχών πολέμων μεταξύ των ελληνικών πόλεων και των δυναστειών καθώς και της υπερίσχυσης των συντηρητικών αντιλήψεων που απέκλειαν κάθε κοινωνική μεταρρύθμιση. (Από το Μποσκορεάλε, εκτίθεται στο Εθνικό Μουσείο της Νάπολης).

Αναλογίες με την σημερινή κρίση του Ελληνισμού

του Λεωνίδα Χ. Αποσκίτη*

Το μεγάλο άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ πλουσίων και φτωχών, η κοινωνική σύγκρουση ανάμεσα στους λίγους που δανείζουν και στους πολλούς που χρωστούν, εκείνους που διαθέτουν μεγάλες ιδιοκτησίες και όσους ρισκάρουν την ζωή τους καθημερινά στην εργασιακή κόλαση, η υπέρμετρη σημασία, τέλος, την οποία δίνουν στον πλούτο λαός και πολιτικοί δεν είναι κάτι το οποίο συναντάμε για πρώτη φορά στην ιστορία σήμερα.

 Η κοινωνία κατά την ελληνιστική εποχή, μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου (323 π.Χ.) έως την αυτοκτονία της Κλεοπάτρας (30 π.Χ.) και τον αυτοκράτορα Αδριανό (76-138 μ.Χ.), χαρακτηρίζεται από παρόμοια φαινόμενα: κυριαρχεί ο νεοπλουτισμός και η εμπορευματοποίηση, δεν μετράει η καταγωγή και το αυστηρό ήθος όπως παλιότερα στην κλασσική και ηρωϊκή εποχή, τα κοινωνικά προβλήματα “λύνονται” μεεξαγωγή πληθυσμών και πολεμικές λεηλασίες (κατ' αναλογίαν με τους σημερινούς “οικονομικούς δολοφόνους”), εξαφανίζεται η διάκριση για την προέλευση του πλούτου, τα πολιτικά δικαιώματα δίνονται πιο εύκολα σε ξένους (ενίοτε μάλιστα πωλούνται) και σταδιακά η Ελλάδα μαραζώνει δημογραφικά μέχρι που αποικίζεται από τους Ρωμαίους.

Ο Θεόφραστος, μαθητής του Αριστοτέλη, στο σύγγραμμά του “Χαρακτήρες” περιγράφει τις συμπεριφορές των νεόπλουτων με οξύ τρόπο: ο νεόπλουτος θα κάνει επίδειξη του πλούτου του έχοντας ως κατοικίδιο ζώο έναν πίθηκο ή εισάγοντας έναν δούλο από την Αιθιοπία... θυσιάζει έναν ταύρο στους θεούς, που είναι το ακριβότερο ζώο, και βάζει το βούκρανο στην πόρτα του για να το δουν όλοι...

Κι ακόμα χειρότερα, οι νεόπλουτοι της ελληνιστικής εποχής έπρεπε να δείχνουν έντονα σε κάθε ευκαιρία την απέχθεια και την περιφρόνησή τους στα λαϊκά στρώματα του πληθυσμού και τους εργαζόμενους πολίτες για να κατοχυρώνουν την θέση τους!

Η κρίση του κλασσικού πολιτισμού, ο οποίος γέννησε το θαύμα της δημοκρατικής πολιτείας, που έκανε την πολιτική και την ασχολία με τα κοινά το υπέρτατο αγαθό μάς αφορά άμεσα γιατί ζούμε σε εποχή έντονης κοινωνικο-πολιτικής κρίσης και γενικότερου εκβαρβαρισμού της ζωής μας. 

Μια κρίση που, αν δεν αντιμετωπισθεί με σοβαρές και ανθρωπιστικές λύσεις, και όχι με φληναφήματα για “ανάπτυξη” και υπερεκμετάλλευση ανθρώπων και περιβάλλοντος, θα οδηγήσει σε τραγικά αδιέξοδα και στην κατάρρευση του πολιτισμού από τα χτυπήματα των μοντέρνων βαρβάρων.


Η περίφημη Μακεδονική φάλαγγα με τις σάρισσες αντιμετωπίστηκε από τον επαναστατικό στρατό του Κλεομένη με ένα ειδικό σώμα εξοπλισμένο με σάρισσες. 

Ακόμα και ο ιστορικός Πολύβιος, αντίπαλος των ιδεών του Κλεομένη, παραδέχεται την στρατιωτική ιδιοφυΐα του. Αντίθετα με την εξέγερση των δούλων του Σπάρτακου, που τόσο προβάλλεται και θαυμάζεται, η κίνηση του Κλεομένη ήταν πραγματικά Επανάσταση κοινωνική με πολιτικό πρόγραμμα σε βάθος, που θα ζήλευε κανείς και σήμερα, και στρατιωτικές τακτικές ικανές να το στηρίξουν στην πράξη.


Η «παγκοσμιοποίηση» της Ελληνιστικής Εποχής

Μέχρι τον θάνατο του αυτοκράτορα Αδριανού -που επιζεί ακόμη η ελληνιστική παιδεία- η εποχή μοιάζει με την σημερινή “παγκοσμιοποίηση”.
 Ο ιστορικός όρος που χρησιμοποιεί ο Πολύβιος είναι “συμπλοκή” και δηλώνει την σύνδεση πολιτικών γεγονότων στην Μεσόγειο: δημιουργία δικτύων πολιτιστικών, οικονομικών και πολιτικών από την Ισπανία και το Αφγανιστάν.

Τα 500 χρόνια από τον Μέγα Αλέξανδρο έως τον Ανδριανό, τους αιώνες της ελληνιστικής “παγκοσμιοποίησης” έγιναν πολλά επιτεύγματα στις τέχνες, στις επιστήμες, στα μαθηματικά και την αστρονομία ή στην γεωγραφία, δεν υπήρξε, όμως, καμμιά ριζοσπαστική κοινωνική εξέλιξη.

Υπάρχουν και άλλες αναλογίες μεταξύ της κρίσης του ελληνιστικού κόσμου και της σημερινής παρακμής. Οι πολιτικοί προσπάθησαν να αντιμετωπίσουν την κρίση επεκτείνοντας τα όρια της εμπορικής αγοράς, χωρίς να κάνουν σοβαρές μεταρρυθμιστικές προσπάθειες. Αυξάνει καθημερινά ο αριθμός των εορταστικών και των αθλητικών παραστάσεων με αποτέλεσμα ο αθλητισμός να γίνεται παράγοντας κοινωνικής ανόδου.  
 
Η παιδεία χάνει την ανθρωπιστική της ταυτότητα της κλασσικής εποχής και γίνεται συνώνυμη με την έννοια της ειδικότητας (πριν ήταν τελείως διαφορετικοί οι τεχνίτες από τους χειρώνακτες). Οι οικονομικές ελίτ γίνονται απόλυτοι κυρίαρχοι στον οικονομικό τομέα και τα χρέη μετατρέπονται σε έναν μεγάλο βραχνά των ελληνικών πόλεων.

 Η επαγγελματική εξειδίκευση και η τεχνολογική, κυρίως, εξέλιξη (π.χ. ιατρική, βαλλιστική) είναι πρόσθετοι παράγοντες ομοιότητας, όπως η πολιτική δύναμη που αποκτούν οι καλλιτέχνες και οι “απελευθερωμένες γυναίκες” μέσα από μεικτούς γάμους.
Μέσα στο άγχος και το βάλτωμα μιας αγιάτρευτης κρίσης, οι ηγεμόνες επιβάλλουν την θέλησή τους με τα μισθοφορικά στρατεύματά τους.

Σε αυτά τα πλαίσια, στον ελληνικό χώρο ευδοκιμεί πλέον η εθελοδουλία μαζί με τα πρώτα σπέρματα του γραικυλισμού και καθιερώνεται σιγά-σιγά ο εκφυλισμένος τύπος του Γραικύλου, που φτάνει στο απόγειό του με την Ρωμαιοκρατία.

Στη θέση του πολιτικού ανθρώπου της κλασσικής αρχαιότητας επιβάλλεται τελικά ο “κοσμοπολίτης”, που δεν ενδιαφέρεται για τα κοινά παρά μόνο για να κάνει λιβανωτό στους ισχυρούς: “φασουλής ενός απίθανου τσίρκου, ανεβαίνει θριαμβευτικά στην σκηνή, πατώντας πάνω στα πτώματα των γενναίων τού προμηθεϊκού κόσμου, για να κάνει επίδειξη της δουλικότητας, για να προβάλλει την δουλικότητα για ηθική, για ανθρώπινο ιδανικό”, όπως γράφει ο ιστορικός Περικλής Ροδάκης στο βιβλίο του για τον Σπαρτιάτη βασιλιά Κλεομένη (εκδ. Γόρδιος) και την μεγάλη κοινωνική επανάσταση που επιχείρησε για να σώσει τον ελληνικό κόσμο από αυτή την βαθειά κρίση και την κλιμακούμενη υποταγή.

Προσπάθειες μεταρρυθμιστικές σε φιλολαϊκή κατεύθυνση ήταν ελάχιστες, με πιο σημαντική εκείνη του Άγι και του Κλεομένη στην Σπάρτη.


Γυναίκες στην αρχαία Σπάρτη, πίνακας του François Le Barbier: “Το θάρρος των Σπαρτιατισσών”. 

Ο νομοθέτης της πόλης, Λυκούργος, τους είχε αναθέσει την αποστολή να γεννούν αγόρια που θα αποτελούσαν τους στρατιώτες-υπερασπιστές του σπαρτιατικού κοινοτισμού. Γι' αυτό παντρεύονταν σε κατάλληλη ηλικία για γέννηση παιδιών -κι όχι μικρά κορίτσια όπως στην υπόλοιπη Ελλάδα.

Η Σπάρτη την εποχή του Κλεομένη

Κατά την διάρκεια του 4ου π.Χ. αιώνα, η Σπάρτη συμβόλιζε τα κύρια ελληνικά πρότυπα για την ισχύ μιας πόλεως: εσωτερική σταθερότητα, εξαιρετική στρατιωτική ικανότητα, ένα εύρυθμο, ορθολογικά οργανωμένο κράτος που το διοικούσε μια τάξη πολεμιστών. 
Το σπαρτιατικό μοντέλο διακυβέρνησης θεωρείτο εγγύηση της ευνομίας, των αυστηρών ηθών, της ισότητας και της δικαιοσύνης για όλους τους πολίτες. Γι' αυτό το θαύμαζαν ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης, ο Ξενοφών, ο Ζήνων και άλλοι Αθηναίοι φιλόσοφοι.

Με τα δεδομένα αυτά, μπορούμε να υποθέσουμε ότι η Σπάρτη δεν είχε τίποτα να φοβηθεί, άλλωστε οι Σπαρτιάτες ήταν οι καλύτεροι, και πιο ακριβοί, μισθοφόροι της εποχής.

Όμως, οι ακούραστοι αυτοί μισθοφόροι της προ-Αλεξανδρινής περιόδου μετατράπηκαν σε αποικιστές και στρατιώτες των νέων ελληνιστικών καθεστώτων. Το ίδιο συνέβη και με έναν μεγάλο αριθμό τεχνιτών και αγροτών που εγκαταστάθηκαν στις νέες πόλεις της Παλαιστίνης, της Συρίας και της Αιγύπτου, που άρχισαν να αναπτύσσονται.

Από τον τρίτο αιώνα (299-200 π.Χ.), η παρακμή και η ανεργία εμφανίστηκαν στις παλιές ελληνικές πόλεις της ηπειρωτικής Ελλάδας όπου ήταν συγκεντρωμένοι και μεγάλοι αριθμοί δούλων εργατών ως αποτέλεσμα των συχνών πολέμων. 

Οι διαρκείς εμφύλιοι πόλεμοι κατέστρεψαν την μεσαία τάξη των πόλεων και ανέδειξαν μια ισχυρή και πλούσια ολιγαρχία, η οποία συγκέντρωνε τον πλούτο και χρησιμοποιούσε τους εξαθλιωμένους πληθυσμούς για τις πολεμικές εκστρατείες της.

Όπως είναι προφανές, η ελληνιστική εποχή, παρά την δόξα που έφερε η επέκταση, ώς τα άκρα του κόσμου, του ελληνικού πνεύματος και της ελληνικής λαλιάς, κληρονόμησε πολλά κοινωνικά προβλήματα από την κλασσική περίοδο και δεν κατόρθωσε να λύσει κανένα.

Οι κοινωνικές αντιθέσεις εκτονώνονταν είτε με την μετανάστευση, δηλαδή την εξαγωγή των ακτημόνων σαν μισθοφόρων και εποίκων, είτε με την κατάκτηση γειτονικών εδαφών, είτε με λεηλασίες και επιδρομές κατά άλλων ελληνικών πόλεων...

Η Σπάρτη επλήγη περισσότερο απ' όλες τις πόλεις, αφού η νεολαία της είχε φύγει στο εξωτερικό και πολεμούσαν σαν μισθοφόροι στους στρατούς άλλων ελληνιστικών κρατών.

Στην ίδια την Σπάρτη, η ιδιότητα του πολίτη ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με την ιδιοκτησία της γης, και η γενική φτωχοποίηση σήμαινε ότι οι φτωχοί Σπαρτιάτες, αυτοί που είχαν εκ γενετής το προνόμιο αυτό, ήταν υποχρεωμένοι να πουλήσουν την γη και την ιθαγένειά τους προκειμένου να επιβιώσουν.

Όπως συρρικνωνόταν η τάξη των ιδιοκτητών γης, έτσι συνέβαινε και στο “κράτος των πολιτών”, απομεινάρι ενός ένδοξου καθεστώτος, που επιβίωνε εν μέσω καταρρευμένων θεσμών, οι οποίοι κάποτε ενσάρκωναν το σπαρτιατικό ιδεώδες ενός κοινοτικού κράτους.

Η Σπάρτη του 3ου αιώνα π.Χ., η οποία εξ αρχής δεν είχε το “μαξιλάρι” της μεσαίας τάξης, έπρεπε τότε να αντιμετωπίσει τους κινδύνους της πάλης των τάξεων και την φανερή αδυναμία της να προστατεύσει τον εαυτό της από τους εξωτερικούς εχθρούς της.




Το εξώφυλλο του βιβλίου τού Περικλή Νεάρχου, πρέσβη ε.τ., Λακεδαιμόνιοι Βασιλείς (Εκδ. Λειμών, Αθήνα 2016). 

Πρόκειται για μια δραματική τριλογία, που αντλεί το θέμα της από την επαναστατική δράση των Άγι και Κλεομένη στην Σπάρτη της ελληνιστικής εποχής και περιστρέφεται γύρω από το πώς η μακρά εθελοδουλία οδηγεί τους λαούς στην οριστική παρακμή.
Ο ηρωϊκός αγώνας του Κλεομένη ενάντια στην εθελοδουλία, την αδικία και την υποταγή

Η αναλογία με την σημερινή “παγκοσμιοποίηση” είναι προφανής: οι αρχαίες ελληνικές πόλεις-κράτη της κλασσικής εποχής έχουν περιθωριοποιηθεί από τα μεγάλα Ελληνιστικά βασίλεια που προέκυψαν από τις κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην Ασία, την Αίγυπτο, αλλά και την Μακεδονία. 

Τα βασίλεια αυτά ήταν πολύ ισχυρότερα από τις ελληνικές πόλεις-κράτη και το χειρότερο είναι ότι εισήγαγαν νέα ήθη στον ελληνικό κόσμο, που δεν είχαν καμμιά σχέση με τα πάτρια ελληνικά ήθη και το ελληνικό φρόνημα.

Μέσα σ' αυτά τα πλαίσια, αναδύεται η μεταρρυθμιστική προσπάθεια δύο βασιλέων της Σπάρτης που, δυστυχώς, δεν προβάλλεται καθόλου μέσα από τις σελίδες των σχολικών βιβλίων, σημερινών και παλαιότερων. 

Ο Άγις Δ' (265-241 π.Χ.) και ο Κλεομένης Γ' (235-222 π.Χ.), που για να σταματήσουν την παρακμή της πατρίδας τους έκαναν πραγματική κοινωνική επανάσταση, έχουν αδικηθεί υπερβολικά στις σελίδες της σχολικής ιστορίας.

 Εκφράζοντας ταυτοχρόνως τόσο το εθνοκεντρικό πνεύμα, όσο και τον κοινοτισμό-εξισωτισμό, είναι “επικίνδυνοι” όχι μόνο για τους σημερινούς παγκοσμιοποιητές της εκπαιδευτικής ελίτ, αλλά και για τους παλιότερους “εθνικόφρονες”.

Παρά το ότι αδικούνται στο ζύγι της νεοελληνικής εκπαίδευσης, οι δύο Σπαρτιάτες βασιλείς τόλμησαν ένα πολύ μεγάλο και πρωτοποριακό έργο για το οποίο αξίζει να αφιερωθούν χιλιάδες σελίδες. Ευτυχώς που ο σπουδαίος ιστορικός του 1ου μ.Χ. αιώνα, ο Πλούταρχος, κατάλαβε το ιστορικό μέγεθός τους και έγραψε την βιογραφία τους, η οποία διασώθηκε και από την οποία αντλούμε όλες τις σχετικές πληροφορίες.

Το 241 π.Χ. ήταν μια δύσκολη εποχή για την Σπάρτη. Η μεταρρυθμιστική προσπάθεια του Άγι Δ' πνίγεται στο αίμα και ο ίδιος εκτελείται, μετά από παρωδία δίκης. Στην Πελοπόννησο επικρατεί η Αχαϊκή Συμπολιτεία, ο ηγέτης της οποίας, Άρατος, ανταγωνίζεται με τους Μακεδόνες για την κυριαρχία στα εδάφη νοτίως του Ισθμού. 

Οι Ρωμαίοι, μετά την νίκη τους στον Α' Καρχηδονιακό Πόλεμο, εμφανίζονται με φιλοδοξίες παγκόσμιας κυριαρχίας και ήταν η ώρα για μια Πανελλήνια Ένωση που θα μπορούσε ακόμα να τους νικήσει και να εξουδετερώσει τα σχέδιά τους. Αυτό, βέβαια, δεν έγινε ποτέ γιατί οι διάφοροι “ωραίοι σαν Έλληνες” ελληνιστικοί βασιλείς και ηγεμόνες αναλώνονταν στους μεταξύ τους εμφυλίους πολέμους και τις σφαγές των ελληνικών πληθυσμών των αντίπαλων πόλεων.

Στην Μακεδονία, ένας ασήμαντος βασιλιάς, διάδοχος του σπουδαίου παππού του, του Δημήτριου Πολιορκητή, συμμαχεί με τους Ιλλυριούς πειρατές... και τους εξαπολύει στο Ιόνιο για να παραλύσουν το εμπόριο των ελληνικών πόλεων με την Μεγάλη Ελλάδα στην Αδριατική.

 Από την άλλη, οι Πτολεμαίοι της Αιγύπτου συμμαχούν με την Ρώμη και ανοίγουν τον δικό τους δρόμο του εμπορίου μέσω της Βόρειας Αφρικής, με αποτέλεσμα ο Ελληνικός κόσμος να βρεθεί κυριολεκτικά αποκλεισμένος από τις διεθνείς συναλλαγές της εποχής.

Σε αυτό το περιβάλλον μετριότητας, διαφθοράς και προδοσίας, όπως θα δούμε, έρχεται η εμβληματική μορφή του Κλεομένη Γ', βασιλιά της Σπάρτης, ο οποίος προχώρησε στην ανακατανομή της γης, απελευθέρωσε όλους τους πολίτες από τα χρέη τους εφαρμόζοντας μια Σεισάχθεια ανάλογη του Σόλωνα, και παραχώρησε πλήρη πολιτικά δικαιώματα (και γη) σε όσους ήθελαν να υπηρετήσουν στον σπαρτιατικό στρατό. 

Ταυτόχρονα, επιχείρησε να ανορθώσει το φρόνημα και τα ήθη των νέων Σπαρτιατών στο πνεύμα των νόμων τους Λυκούργου. Έτσι έφτιαξε έναν ισχυρό στρατό, ο οποίος επί μια δεκαετία μπόρεσε να μεταφέρει το επαναστατικό πνεύμα της Σπάρτης σε πολλές πόλεις της Πελοποννήσου.



Τετράδραχμον της Σπάρτης (γύρω στα 227-222 π.Χ.) με την κεφαλή του βασιλέα Κλεομένη Γ΄ (Σπάρτη 260 π.Χ. – Αλεξάνδρεια 219 π.Χ.), την περίοδο της 13χρονης βασιλείας του (235-222 π.Χ.). 

Ο πατέρας του (Λεωνίδας Β΄), που υπήρξε ο πολιτικός αντίπαλος του πρώτου μεταρρυθμιστή βασιλιά Άγι, υποχρέωσε τον νεαρό Κλεομένη, να παντρευτεί την όμορφη και εύπορη Αγιάτιδα, χήρα του Άγιδος. 

Όμως, ο γάμος αυτός έγινε η αιτία να ολοκληρωθεί η επανάσταση που είχε αρχίσει. Η Αγιάτις και ο Κλεομένης απέκτησαν μια βαθειά πνευματική σχέση και προχώρησαν πέρα από τα μεταρρυθμιστικά σχέδια του εκτελεσθέντος. (Ο Άγις Δ΄ βασίλεψε την περίοδο 245-241 π.Χ., μόνο 5 χρόνια πριν δολοφονηθεί).


Οι επαναστάτες Σπαρτιάτες βασιλείς

Την εποχή του Άγι και του Κλεομένη, το σπαρτιατικό ιδεώδες είχε σχεδόν σταματήσει να εφαρμόζεται. Οι ίσοι κλήροι γης, που δικαιούντο οι Σπαρτιάτες, είχαν συγκεντρωθεί -αποτελώντας μεγάλες εκτάσεις- στα χέρια των λίγων πλούσιων γαιοκτημόνων και οι κοινωνικοί θεσμοί, όπως τα κοινοτικά γεύματα και ο καθορισμένος ασκητικός τρόπος ζωής, είχαν πέσει σε αδράνεια.

Την περίοδο της βασιλείας του, ο Άγις είχε προωθήσει την κατάργηση των χρεών πριν ο Άρατος, ο αρχηγός της Αχαϊκής Συμπολιτείας, τον καλέσει να συμμαχήσουν εναντίον του Αντίγονου Γονατά και των Μακεδονικών Φρουρών του στην Πελοπόννησο. 

Ο δισταγμός του Άρατου δεν είχε σε καμμία περίπτωση να κάνει με την ποιότητα των στρατευμάτων του Άγι, αλλά μάλλον με την κατάσταση των πραγμάτων στην Σπάρτη: Όταν ο Άγις δέχθηκε το αίτημα του Άρατου, βρισκόταν εν μέσω μιας κοινωνικής και οικονομικής επανάστασης, που προκαλούσε δυσπιστία στην “αστική” τάξη της Αχαϊκής Συμπολιτείας, όπως και στα πλούσια αφεντικά της γης στην Σπάρτη.

Όταν ο Άγις επέστρεψε στην Σπάρτη τον επόμενο χρόνο, βρέθηκε αντιμέτωπος με μια αντεπανάσταση των αντιδραστικών δυνάμεων της Σπάρτης υπό τον αντίπαλό του συμβασιλέα Λεωνίδα Β' (ο Λεωνίδας Α' ήταν ο ήρωας των Θερμοπυλών το 480 π.Χ.). 

Για να μην οδηγήσει τα πράγματα σ' έναν εμφύλιο μεταξύ των Σπαρτιατών, ο Άγις προτίμησε την εξορία, αλλά στο τέλος προδόθηκε και δολοφονήθηκε από τους αντιπάλους του. Ο Λεωνίδας Β' βασίλευσε στην συνέχεια μόνος μέχρι τον θάνατό του, το 237 π.Χ., και τον διαδέχθηκε ο Κλεομένης Γ΄.

Στην περίοδο που μεσολάβησε από την βασιλείας του Άγι μέχρι την βασιλεία του Κλεομένη, ο πολιτικός χάρτης της Πελοποννήσου είχε αλλάξει. Τα τελευταία ίχνη της Μακεδονικής επιρροής εξαφανίστηκαν από τον πελοποννησιακό χώρο και οι ανεξάρτητες, πλέον, πόλεις έγιναν μέλη της Αχαϊκής Συμπολιτείας. Για την Σπάρτη, όμως, όποιος και αν ήλεγχε την Μεγαλόπολη και το Άργος ήταν δυνάμει εχθρός και τον αντιμετώπιζαν με καχυποψία.

Η Σπαρτιατική Επανάσταση μπαίνει στην δεύτερη φάση της με τον Κλεομένη Γ', ο οποίος είχε παντρευτεί την χήρα του Άγι Δ', την Αγιάτιδα, για να συμφιλιωθούν οι δύο δυναστείες, στον διπλό θρόνο της Σπάρτης. Αυτός ο γάμος θα αποδειχθεί μοιραίος για τις εξελίξεις στην Πελοπόννησο επειδή η Αιγιάτις, που ήταν μεγαλύτερη και πιο ώριμη από τον νεαρό βασιλιά, μύησε τον Κλεομένη σε μια πιο ριζοσπαστική εκδοχή του κοινωνικού προγράμματος του νεκρού Άγι.

Ο Κλεομένης κατέλαβε τα βασικά όργανα του κράτους και προχώρησε στην ενίσχυση της επανάστασης, για την οποία ο Άγις είχε, λόγω ατολμίας, αρνηθεί να χύσει σπαρτιατικό αίμα.
Ο γάμος με την Αγιάτιδα δεν ήταν το μόνο γεγονός που ώθησε τον Κλεομένη προς την κατεύθυνση των μεταρρυθμίσεων.Σημαντικό ρόλο έπαιξε επίσης η εκπαίδευση που είχε λάβει ο νεαρός βασιλιάς από τον Στωϊκό φιλόσοφο Σφαίρο, έναν από τους μαθητές του Ζήνωνα.

Η Σπάρτη εντυπωσίαζε και τους Στωϊκούς, όπως και τους παλιότερους φιλοσόφους, για τα ήθη της και το πολίτευμά της. Ο Ζήνων, ο Περσεύς και ο Σφαίρος είχαν όλοι γράψει για την αρχαία σπαρτιατική πολιτεία, την μοναδική πόλη-κράτος στον ελληνικό κόσμο, της οποίας οι θεσμοί κατοχύρωναν την ισότητα και την ηθική αγωγή των πολιτών της.

Το ιδανικό μιας αταξικής κοινωνίας περιλαμβανόταν στις συνταγματικές προδιαγραφές του σπαρτιατικού κράτους, παρά το γεγονός ότι αυτή η κοινότητα των ίσων στεκόταν πάνω στην μάζα των ημι-ενσωματωμένων περίοικων και ειλώτων.
 
Οι περίοικοι ήταν εγκατεστημένοι σε χωριά γύρω από το κέντρο της Σπάρτης, είχαν δικαιώματα στην τοπική αυτοδιοίκηση και υπηρετούσαν στον σπαρτιατικο στρατό. Η μεγάλη επιρροή του Σφαίρου πάνω στον Κλεομένη Γ' φάνηκε όταν αυτός τον διόρισε υπεύθυνο του κοινωνικού προγράμματος της “Λυκούργειας Παλινόρθωσης”, ένα είδος υπουργού Παιδείας της σπαρτιατικής πολιτείας.

Ο Σφαίρος εξουσιοδοτήθηκε να επαναφέρει τις αυθεντικές συνταγματικές ρυθμίσεις του Λυκούργου με όλες τις κομμουνιστικές, ηθικές και ασκητικές τους παραμέτρους, ενώ ο Κλεομένης διέγραψε τα χρέη των Σπαρτιατών, αναδιένειμε την γη στους ακτήμονες και έδωσε πολιτικά δικαιώματα στους περίοικους. 

Με τα χρήματα που άρχισαν να ρέουν άφθονα από την σύμμαχο Αλεξάνδρεια του Πτολεμαίου Γ', ο Κλεομένης αναδιοργάνωσε τον στρατό του, ο οποίος ήταν εξαιρετικός και έγινε η ασπίδα των κοινωνικών μεταρρυθμίσεων και λαϊκών κατακτήσεων των πολιτών της Σπάρτης.



Νέοι Σπαρτιάτες ενώ ασκούνται στο περίφημο «Πλατανιστάς» της αρχαίας Σπάρτης, ένα νησάκι στον Ευρώτα κατάφυτο από πλατάνια. Πίνακας του Edgar Degas(1834-1917).

Από τη γέννησή του έως την ηλικία των επτά ετών την ευθύνη του παιδιού είχε η μητέρα του, η οποία φρόντιζε να του εμφυσήσει πειθαρχία και να το συνηθίσει στη σκληραγωγία. Φορούσαν ελάχιστα ή καθόλου ρούχα και μάθαιναν να ζουν λιτά. 
Πέρα από το Λυκούργειο σύστημα και τους Στωϊκούς

Η ειρωνεία της ιστορίας, μπορεί να επισημάνει κανείς, έγκειται στο γεγονός ότι η πιο συντηρητική ελληνική πόλις-κράτος, η Σπάρτη, εκείνη την εποχή μετατράπηκε σε ένα θερμοκήπιο κοινωνικής επανάστασης και σε μια εστία ελληνικής ανεξαρτησίας, την ώρα που το μοντέλο της αυτοκρατορίας κυριαρχούσε παντού. 

Όπως και στον Πελοποννησιακό πόλεμο απέναντι στην “δημοκρατική” Αθήνα, όταν έγινε ιμπεριαλιστική και άρχισε να καταδυναστεύει τις υπόλοιπες ελληνικές πόλεις, ορθώθηκε πάλι η “ολιγαρχική” Σπάρτη και τις υπεράσπισε. Έτσι και σήμερα, απέναντι στην παγκοσμιοποίηση του “δημοκρατικού” Δυτικού συστήματος βλέπουμε την συγκεντρωτική πολιτική της Ρωσσίας να έρχεται για να υπερασπίσει τους αδυνάτους και να πολεμήσει την αδικία, όσο κι αν αυτό φαίνεται παράδοξο.

 Βέβαια, και τότε με τον βασιλιά Άγι και τον διάδοχό του Κλεομένη, είναι πολλοί που αμφισβήτησαν ότι επρόκειτο για πραγματικούς ριζοσπάστες και η στάση τους δεν οφείλετο σε μια προσπάθεια απόκτησης δύναμης.

Η ουσία, πάντως, είναι ότι η αντίδραση στο μεταρρυθμιστικό κίνημα των Σπαρτιατών βασιλέων προήλθε από μια μικρή, υπερσυντηρητική, κλίκα της ελίτ, μια ομάδα γαιοκτημόνων που δεν είχαν την πρόθεση να χάσουν τα προνόμιά τουςαμαχητί και να επιστρέψουν στο Λυκούργειο σύστημα.

Η ομάδα αυτή ήταν, υπό τον Λεωνίδα Β΄, πατέρα του Κλεομένη, που όχι μόνο σκότωσε τον Άγι και πολέμησε τον Κλεομένη, αλλά έβαλε να δολοφονήσουν τον αδελφό τού Άγι, Αρχίδαμο, όταν ο Κλεομένης το 227 π.Χ., προσπαθώντας να ισχυροποιηθεί, τον ανακάλεσε από την εξορία.

Εξίσου ενδιαφέρον είναι το ιδεολογικό περιεχόμενο αυτής της επανάστασης, το οποίο προχώρησε πέρα κι από το πνεύμα της Λυκούργειας νομοθεσίας, αλλά κι από την βασική θεωρία των Στωϊκών. Για τον Λυκούργο και τις αντιλήψεις που επικράτησαν μετά από αυτόν στην Σπάρτη, η δικαιοσύνη και η ομόνοια ουσιαστικά απευθυνόταν στους ομοίους, ελεύθερους πολίτες. 

Το τι συνέβαινε με τους πολίτες δευτέρας κατηγορίας της Λακωνίας, τους περίοικους ή, ακόμα περισσότερο, με τους είλωτες, ήταν εντελώς άλλο ζήτημα. Η απελευθέρωση των ειλώτων δεν είχε καμμία θέση στο Λυκούργειο σύστημα, του οποίου η επιβίωση βασιζόταν στην εργασία τους. 

Ακόμα και οι στωϊκοί διανοητές, αν και ο στωϊκισμός ήταν αυτός που για πρώτη φορά στην ιστορία αμφισβήτησε τον θεσμό της δουλείας, ήταν φειδωλοί στην χειραφέτηση των μαζών. Μέχρι και την νεώτερη εποχή, που άρχισε ο εκμηχανισμός της παραγωγής, δεν υπήρχε εναλλακτική πηγή φθηνής εργατικής δύναμης (δούλοι, δουλοπάροικοι, προλετάριοι κ.ο.κ.).

Όλοι μπορεί στην θεωρία να είναι ίσοι, αλλά για τους Σπαρτιάτες, μέχρι τον Κλεομένη, σίγουρα κάποιοι ήταν πιο ίσοι από τους άλλους.

Από την άλλη, η Στοά είχε επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό από το πρότυπο της Σπάρτης, από την αρχή της διαμόρφωσής της σε ιδανικό κράτος, και φαίνεται καθαρά ότι ο Στωϊκός σύμβουλος του Κλεομένη, ο Σφαίρος, ανυπομονούσε για την ανασύσταση του Λυκούργειου συντάγματος.

Ο Σφαίρος, ο οποίος είχε γεννηθεί γύρω στο 290 π.Χ., ο στωϊκός διανοητής από την Ολβία που συμβούλευε τον Κλεομένη, ήταν ένας από τους λαμπρότερους μαθητές του Ζήνωνα. Είχε στηρίξει το κίνημά του στο παλιό καλό “σλόγκαν” των Στωϊκών, ότι ακόμα και ο πιο καταδυναστευόμενος σκλάβος μπορεί να είναι “βασιλιάς της ψυχής του” και να απολαμβάνει την πνευματική και, γιατί όχι, και την σωματική ελευθερία του.

Οι Στωϊκοί επέμεναν ιδιαίτερα με τις έννοιες της σύμφωνα με την φύση ζωής, της αυτοσυντήρησης (οικίωσης), της υποχρέωσης (καθήκον), της ενάρετης πράξης (κατόρθωμα) και ιδιαίτερα την έννοια του ανθρωπισμού. 

Η στωϊκή αντίληψη, επίσης, για ισχυρούς άνδρες, σοφούς και σώφρονες βασιλιάδες -τα λογικά γήϊνα ανάλογα του Διός που ορίζει το σύμπαν- θα πρέπει να λειτούργησαν πολύ υπέρ ενός φωτισμένου μονάρχη όπως ο Κλεομένης. Μέχρι τότε, ο σπαρτιατικός θρύλος -τα κοινά συσσίτια, οι ίσοι κλήροι, η αυστηρή εκπαίδευση, η αναδιανομή της γης, η διαγραφή των χρεών- αφορούσε αποκλειστικά και μόνο έναν ελιτίστικο πυρήνα. 

Ο Κλεομένης έκανε το αποφασιστικό παραπέρα βήμα με το πρόγραμμά του για ισότητα, αλληλεγγύη και την υπέρβαση του ταξικού πολέμου, αξιοποιώντας τις στωϊκές αντιλήψεις περί κοινωνικής ομόνοιας, αλλά και προσπαθώντας συγχρόνως να λύσει το πρόβλημα της λειψανδρίας μεταξύ των Σπαρτιατών, που ήταν κρίσιμο για αμυντικούς λόγους.

Η αποδοχή στην “λέσχη” των Σπαρτιατών πολιτών πολυάριθμων περίοικων, στους οποίους προσφέρθηκε η ιδιότητα του πολίτη με πλήρη δικαιώματα και παραχωρήθηκε δημόσια γη, δημιούργησε έναν ισχυρό στρατό, ο οποίος, επί μια δεκαετία περίπου, μετέφερε το μεταρρυθμιστικό πνεύμα σε όλη την Πελοπόννησο – με παρόμοια ορμή και πάθος, όπως θα έκαναν πολλούς αιώνες αργότερα στην Ευρώπη οι στρατιές του Βοναπάρτη - μέχρι που η συμμαχία των συντηρητικών δυνάμεων της Αχαϊκής Συμπολιτείας με τον βασιλιά των Μακεδόνων Αντίγονο Δώσωνα οδήγησαν στην ήττα του Κλεομένη στην Σελλασία το 222 π.Χ. και στο τέλος αυτών των μεταρρυθμίσεων.



Η ιστορική μάχη της Σελλασίας (222 π.Χ.) όπως αναπαριστάται σε πίνακα του ζωγράφου Igor Dzis.


Ο δρόμος για την Σελλασία

Η εκτεταμένη οικονομική και κοινωνική παρακμή του 3ου π.Χ. αιώνα ήταν παρόμοια, όπως είδαμε, με την σύγχρονη κρίση: ο πλούτος συσσωρεύθηκε στα χέρια μιας ελίτ σαν αποτέλεσμα της διεύρυνσης των αγορών, ενώ την ίδια ώρα η φτωχοποίηση της κοινωνίας έπαιρνε εκρηκτικές διαστάσεις. 

Η κρίση θεσμών και αξιών ερχόταν να συμπληρώσει τα τεράστια κοινωνικο-οικονομικά προβλήματα στον ελλαδικό χώρο, που γέννησε η μεταφορά του εμπορίου στην ανατολική Μεσόγειο μετά τις αλεξανδρινές κατακτήσεις. 

Ο εξελληνισμός της Ανατολής ήταν αναμφισβήτητος, συνοδεύτηκε όμως... κι από τον “εξανατολισμό” των Ελλήνων με αποτέλεσμα να γεννηθεί ο τύπος του “κοσμοπολίτη” απολίτικου ανθρώπου που, ακριβώς επειδή δεν μπορεί να λύσει πολιτικά τα προβλήματά του, θα ολοκληρωθεί με την έλευση του Μεσσία. Έρχεται η εποχή των Σωτήρων.

Γι' αυτό τον λόγο η κοινωνική μεταρρύθμιση που επιχειρήθηκε στην Σπάρτη παρουσίασε ιδιαίτερο ιστορικό ενδιαφέρον.
Είναι γεγονός ότι οι συνθήκες που προκάλεσαν την κοινωνική κρίση του 3ου π.Χ. αιώνα έχουν την αφετηρία τους στον προηγούμενο αιώνα, όταν η Σπάρτη είχε την ηγεμονία στον ελλαδικό χώρο. 

Τότε εισέρρευσε στην πόλη σημαντικός πλούτος, ο οποίος έμεινε όμως στα χέρια των λίγων που είχαν επωφεληθεί με στρατιωτική ή πολιτικά αξιώματα ή είχαν πλουτίσει ως μισθοφόροι στην Αίγυπτο και στην Μικρά Ασία. Αυτοί οι λίγοι επένδυαν τα χρήματά τους στην αγορά γης και στον δανεισμό των συμπολιτών τους με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μια οικονομική ολιγαρχία από την μια, και από την άλλη μεγάλος αριθμός Σπαρτιατών να χάνουν τις περιουσίες τους.

Αυτό φυσικά, όπως ήταν επόμενο, είχε μεγάλες πολιτικές συνέπειες γιατί όσοι έμεναν ακτήμονες ή ήταν καταχρεωμένοι έχαναν, σύμφωνα με τον σπαρτιατικό νόμο, τα πολιτικά τους δικαιώματα και αυτομάτως αποκλείονταν από την στράτευση. 

Έτσι, στα μέσα του 3ου π.Χ. αιώνα υπήρξε μεγάλη μείωση των στρατιωτικών δυνάμεων της Σπάρτης, όπως δείχνουν και οι στρατιωτικές ήττες των Σπαρτιατών στην Μεγαλόπολη (255 π.Χ.) και στην Μαντινεία (249 π.Χ.). Οι συνθήκες ήταν λοιπόν ώριμες για την κοινωνική μεταρρύθμιση, την οποίαν πρώτος επεχείρησε ο Αγησίλαος με τον νεαρό βασιλιά Άγι.

Ο αναδασμός της γης αποτελούσε την εποχή εκείνη έναν πολύ επαναστατικό στόχο, γι' αυτό προσπάθησαν να του δώσουν την ιδεολογική μορφή της επιστροφής στο “ένδοξο παρελθόν” της Σπάρτης και την διανομή της γης σε ίσους κλήρους, που είχε καθιερώσει ο Λυκούργος


Η Γερουσία, όμως, απέρριψε τις προτάσεις τους, αλλά οι μεταρρυθμιστές επιχείρησαν με βίαιο τρόπο να τις επιβάλλουν.
Όταν, όμως, χρειάστηκε ο Άγις να φύγει από την πόλη με τον στρατό για να αντιμετωπίσει τους Αιτωλούς που είχαν εισβάλει στην Πελοπόννησο, οι ολιγαρχικοί βρήκαν την ευκαιρία να επιστρέψουν στην εξουσία. Ο Άγις δεν έδειξε το απαραίτητο σθένος, παρ' ότι ο λαός τον στήριζε, προτίμησε να αποφύγει την εμφύλια σύγκρουση και η συντηρητική παράταξη επιβλήθηκε απόλυτα στην Σπάρτη. 

Ο μεταρρυθμιστής βασιλεύς συνελήφθη και καταδικάστηκε σε θάνατο (241 π.Χ.) από τους αντιπάλους του. Μαζί του εκτελέστηκαν η μητέρα του Αγησιστράτη και η Αρχιδάμεια (μητέρα της Αγησιστράτης), η οποία, παρά την μεγάλη της ηλικία είχε πρωτοστατήσει με πάθος στην μεταρρύθμιση. 

Η χήρα του Άγιδος, η Αγιάτις, υποχρεώθηκε να υπανδρευθεί τον γυιό τού αντιπάλου του Άγι, Λεωνίδα Β΄, τον Κλεομένη, ο οποίος σύντομα διαδέχθηκε τον πατέρα του. Η ιδέα για την οποία ο νεαρός βασιλιάς Άγις έχασε την ζωή του εξακολουθούσε να υπάρχει και, μέσα από την καθοδήγηση της πιστής Αγιάτιδος που ήταν μεγαλύτερή του, ο νέος βασιλιάς Κλεομένης θα επαναλάβει την προσπάθεια και αυτή την φορά με επιτυχία.

Ο Κλεομένης, ο οποίος ήταν 30 ετών όταν το 235 π.Χ. διαδέχθηκε τον πατέρα του στον θρόνο, επηρεασμένος από την βασίλισσα Αγιάτιδα και τον φιλόσοφο Σφαίρο και προπαντός από τον πολιτικό ρεαλισμό που διέθετε, έδειξε μεγαλύτερη αποφασιστικότητα στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων. Εκμεταλλευόμενος τις διαφορές με την Αχαϊκή Συμπολιτεία επέτυχε συντριπτικές πολεμικές νίκες, ενίσχυσε το κύρος του στην πόλη και δημιούργησε έναν απόλυτα αφοσιωμένο στο πρόσωπο του στρατού.

Άλλωστε οι αρχαίοι γνώριζαν ότι ριζικές κοινωνικές μεταβολές υλοποιούνται πιο εύκολα όταν υπάρχουν πολεμικές συνθήκες με την ανάλογη ψυχική διέγερση που δημιουργείται, κάτι που το είδαμε να συμβαίνει επανειλημμένα στην ιστορία.

Επιστρέφοντας αργά τη νύχτα στην Σπάρτη, ο Κλεομένης με τους πιστούς στρατιώτες του εξόντωσε τους Εφόρους που ήταν συγκεντρωμένοι για το δείπνο και ανεμπόδιστος πλέον διέταξε τον αναδασμό της γης, προκαλώντας μεγάλο ενθουσιασμό στον σπαρτιατικό λαό.

Οι ηγέτες της Αχαϊκής Συμπολιτείας, που ήλπιζαν ότι η κοινωνική μεταρρύθμιση θα κατέληγε σε αποτυχία όπως πριν με τον Άγι, θορυβήθηκαν. 

Καταλάβαιναν ότι η απαλλαγή της Σπάρτης από το συντηρητικό απόστημα, που την κρατούσε καθηλωμένη στην παρακμή, την ηττοπάθεια και την διαφθορά, θα έβρισκε μεγάλη απήχηση στα λαϊκά κοινωνικά στρώματα της Πελοποννήσου και της Αχαϊκής Συμπολιτείας. 

Δεν έκρυβαν ακόμα τον φόβο τους για τον Σπαρτιάτη βασιλέα, ο οποίος ήταν ένας πολύ ικανός στρατιωτικός ηγέτης και πολύ επικίνδυνος αντίπαλος στο πεδίο της μάχης.

Μπροστά σ' αυτές τις εξελίξεις, οι Αχαιοί, υπό την ηγεσία του Άρατου, αναγκάστηκαν να συμμαχήσουν με τους Μακεδόνες για να αντιμετωπίσουν τα επαναστατικά στρατεύματα του Κλεομένη, ο οποίος με την οικονομική βοήθεια του Πτολεμαίου ήταν ζήτημα χρόνου να αναλάβει την ηγεσία της Συμπολιτείας. 

Αυτό που έτρεμαν οι αριστοκρατικές τάξεις των πελοποννησιακών πόλεων ήταν ότι η ανάληψη της ηγεσίας από τον “επαναστάτη” βασιλέα των Λακεδαιμονίων θα σήμαινε όχι μόνο την απώλεια της ανεξαρτησίας, αλλά και την μεταβολή του ίδιου του στάτους-κβο της Συμπολιτείας.

Ένας παρόμοιος φόβος ήταν αυτός που ανάγκασε τις ευρωπαϊκές δυνάμεις των αρχών του 19ου αιώνα να ενωθούν για να αντιμετωπίσουν τις ορμητικές στρατιές του Βοναπάρτη, που μετέφεραν τα Γαλλικά επαναστατικά ιδεώδη σε όλη την Ευρώπη.

Μπορεί να φαίνεται τραβηγμένη η σύγκριση των Αχαιών και των Μακεδόνων της ελληνιστικής εποχής με τους διπλωμάτες Άγγλους και τους στρατοκράτες Πρώσσους, λυσσασμένους εχθρούς του Ναπολέοντα, όμως, όταν η ευτυχία της ελευθερίας, η αγάπη για την πατρίδα και οι ηρωϊκές πράξεις εισβάλλουν στην ιστορία, έχει αποδειχθεί ότι οι πρώτοι που το αντιλαμβάνονται και αντιδρούν ενστικτωδώς είναι οι σάπιες άρχουσες τάξεις.

Είναι οι στιγμές που κλονίζονται οι θρόνοι, που ολόκληροι λαοί καταλαβαίνουν ότι “αυτό που είχαν σεβαστεί ώς τότε και στο οποίο είχαν υποταχτεί ήταν απερίγραπτα γελοίο και πολλές φορές αποκρουστικό”, όπως έγραψε ο Σταντάλ.

Έτσι, από την στιγμή που ο Άρατος συμμάχησε με τον πρώην αντίπαλό του Αντίγονο Δώσωνα της Μακεδονίας, οι συσχετισμοί ανατράπηκαν, δυστυχώς, για τον επαναστάτη βασιλιά.
Το “Βατερλώ” για τον Κλεομένη ήρθε στην κρίσιμη μάχη στα στενά της Σελλασίας το 222 π.Χ., στα βόρεια σύνορα της Λακωνίας. 

Απέναντι στον επαγγελματία στρατοκράτη Αντίγονο Δώσωνα, τους Ιλλυριούς συμμάχους του με επικεφαλής τον τυχοδιώκτη-πειρατή Δημήτριο Φάριο και τον τζουτζέ της εκφυλισμένης δουλοκρατίας Άρατο, με πάνω από τριάντα χιλιάδες στρατό -χωρίς τα βοηθητικά σώματα- παρατάχθηκαν οι ηρωϊκοί γενναίοι της επανάστασης, κυκλωμένοι από παντού.

Η θυσία τους στα υψώματα Εύα και Όλυμπο... σφράγισε το τέλος του κλασσικού ελληνικού κόσμου, ο οποίος δεν μπόρεσε να αντιστρέψει την παρακμή και να αποτρέψει τον γραικυλισμό με αποτέλεσμα αργότερα να γίνει εύκολη λεία στην δύναμη της Ρώμης.

Τμήμα ψηφιδωτού της Παλεστρίνας, που παριστάνει μια εικόνα της εξελληνισμένης Αιγύπτου την εποχή που ο Κλεομένης βρισκόταν στην Αλεξάνδρεια. 

Όμως, ο λαός της Αλεξάνδρειας είχε χάσει την αίσθηση και την ανάγκη της ελευθερίας και δεν συμπαρατάχθηκε με τον Κλεομένη και τους συντρόφους του. (Παλεστρίνα, Μουσείο Πραινέστου).

Από την Σπάρτη στην Αλεξάνδρεια
Μετά τη νίκη του στην Σελλασία, ο Αντίγονος Δώσων κατέλαβε χωρίς καμμία δυσκολία την Σπάρτη και εγκατέστησε φρουρά υπό την διοίκηση του Βοιωτού Βραχύλλου.

Οι ολιγαρχικοί δωσίλογοι της Σπάρτης, που βέβαια χάρηκαν για την ήττα του βασιλιά τους, ανακήρυξαν τον Αντίγονο “ευεργέτη και σωτήρα” της πόλεως εν χορδαίς και οργάνοις. Η παράδοση των ξένων “σωτήρων” έχει, δυστυχώς, μεγάλο βάθος στην ιστορία αυτού του βασανισμένου τόπου και η προθυμία των εκάστοτε Εφιαλτών ήταν πάντα παρούσα.

Σύμφωνα με μια εκδοχή, η ήττα της Σελλασίας αποδίδεται στην προδοσία του αρχηγού των ανιχνευτών του σπαρτιατικού στρατού, του Δαμοτέλη, που είχε δωροδοκηθεί από τον Αντίγονο για να δώσει λανθασμένες πληροφορίες στον Κλεομένη για τις θέσεις και τον αριθμό των εχθρών.

Ο Κλεομένης με 200 πιστούς Σπαρτιάτες και λίγους ιππείς επέστρεψε στην Σπάρτη και αποφάσισε, αφ' ενός, να μην συνεχίσει τον αγώνα μέσα στην πόλη ώστε να αποφευχθεί ο πλήρης αφανισμός της από τους εισβολείς και, αφ' ετέρου, να κρατήσει ζωντανή την ελπίδα για το μέλλον καταφεύγοντας στην Αλεξάνδρεια, στον φίλο και σύμμαχό του βασιλέα Πτολεμαίο τον Γ΄, τον επονομαζόμενο “Ευεργέτη”.

Ο τελευταίος ήταν από τους πιο σημαντικούς Πτολεμαίους και η σύζυγός του ήταν η περίφημη βασίλισσα Βερενίκη, γνωστή από την “Κόμη της Βερενίκης”, που απαθανατίστηκε από τον ποιητή Καλλίμαχο.

Ο Πτολεμαίος είχε συνάψει συμμαχία με τον Κλεομένη, αλλά δεν μπόρεσε να του στείλει βοήθεια πριν την μάχη της Σελλασίας.


Αν και φίλος της Σπάρτης, την οποία θεωρούσε πολύτιμο σύμμαχό του για την σταθερότητα στην Πελοπόννησο, δεν συμμερίζετο τις επαναστατικές του ιδέες. Είχε ζητήσει γι' αυτό να μεταβούν η μητέρα του Κρατησίκλεια και τα δύο παιδιά του στην Αλεξάνδρεια ως δείγμα εμπιστοσύνης.

 Ο ίδιος ο Κλεομένης, μαζί με τους συντρόφους του έφτασε στο Γύθειο, όπου τους περίμεναν τα πλοία για να αναχωρήσουν για την Αλεξάνδρεια όπου θα γραφτεί ο επίλογος του συναρπαστικού αυτού απελευθερωτικού αγώνα μετά από τρία χρόνια.

Οι μεγάλες αυτές προσωπικότητες, ο εστεμμένος επαναστάτης Κλεομένης, η θεόμορφη σύζυγός του και εμπνεύστριά του Αγιάτις, ο αδελφός του, συμβασιλέας, Ευκλείδας, η σεβαστή μητέρα τους 

Κρατησίκλεια, ο πιστός συναγωνιστής του Παντέας, η μνηστή του, η πανέμορφη Αγιδώ, και άλλοι που πρωταγωνίστησαν σ’ αυτή την εποποιΐα, σφράγισαν ανεξίτηλα την ελληνική ιστορία, όσο κι αν η μνήμη τους δεν τιμάται με τον αρμόζοντα τρόπο από τους Νεοέλληνες.

Το ελληνικό εκπαιδευτικό κατεστημένο θέλησε προφανώς να «θάψει» τον Κλεομένη μέσα σε μια αβυσσαλέα λήθη γιατί είναι πάντα επικίνδυνος ένας φιλολαϊκός, μεταρρυθμιστής, ηγεμόνας πολέμιος της ολιγαρχίας.

Ο Καβάφης, με αξιοθαύμαστη διεισδυτικότητα και εγκυρότητα, έχει αποτυπώσει στα ποιήματά του τόσο την παντοδυναμία του πτολεμαϊκού βασιλείου, όσο και τις συνέπειες για τον Κλεομένη της ήττας του στην μάχη της Σελλασίας το 222 π.Χ.

Στο ποίημά του “Εν Σπάρτη” αναφέρεται στην περήφανη στάση της μητέρας του, που τον ακολούθησε ως όμηρος στην Αλεξάνδρεια όπου και έπεσε θύμα μηχανορραφιών στην αυλή του Πτολεμαίου Δ΄ του Φιλοπάτωρα, που διαδέχθηκε τον Πτολεμαίο Γ΄ το ίδιο έτος που έφτασε ο Κλεομένης εκεί, ενός από τους χειρότερους βασιλείς της δυναστείας:

Δεν ήξερεν ο βασιλεύς Κλεομένης, δεν τολμούσε —
δεν ήξερε έναν τέτοιον λόγο πώς να πει
προς την μητέρα του: ότι απαιτούσε ο Πτολεμαίος
για εγγύησιν της συμφωνίας των ν’ αποσταλεί κι αυτή
εις Aίγυπτον και να φυλάττεται·
λίαν ταπεινωτικόν, ανοίκειον πράγμα.
Κι όλο ήρχονταν για να μιλήσει· κι όλο δίσταζε.
Κι όλο άρχιζε να λέγει· κι όλο σταματούσε.

Μα η υπέροχη γυναίκα τον κατάλαβε
(είχεν ακούσει κιόλα κάτι διαδόσεις σχετικές),
και τον ενθάρρυνε να εξηγηθεί.
Και γέλασε· κ’ είπε βεβαίως πηαίνει.
Και μάλιστα χαίρονταν που μπορούσε νάναι
στο γήρας της ωφέλιμη στην Σπάρτη ακόμη.

Όσο για την ταπείνωσι — μα αδιαφορούσε.
Το φρόνημα της Σπάρτης ασφαλώς δεν ήταν ικανός
να νοιώσει ένας Λαγίδης χθεσινός·
όθεν κ’ η απαίτησίς του δεν μπορούσε
πραγματικώς να ταπεινώσει Δέσποιναν
Επιφανή ως αυτήν· Σπαρτιάτου βασιλέως μητέρα. 

Σε άλλο ποίημά του με τίτλο “Η Δόξα των Πτολεμαίων” εκφράζει την αυτοπεποίθηση των Πτολεμαίων (ή Λαγιδών) μοναρχών και τον ανταγωνισμό τους με τους Σελευκίδες:

“Είμ' ο Λαγίδης, βασιλεύς. Ο κάτοχος τελείως / (με την ισχύ μου και τον πλούτο μου) της ηδονής. / Ή Μακεδών, ή βάρβαρος δεν βρίσκεται κανείς / ίσος μου, ή να με πλησιάζει καν. Είναι γελοίος / ο Σελευκίδης με την αγοραία του τρυφή. / Αν όμως σεις άλλα ζητείτε, ιδού κι αυτά σαφή. / Η πόλις η διδάσκαλος, η πανελλήνια κορυφή, / εις κάθε λόγο, εις κάθε τέχνη η πιο σοφή.”, υμνώντας ο Καβάφης έτσι την σημασία της αρχαίας Αλεξάνδρειας για τον πολιτισμό.

Πίσω στην Σπάρτη, τώρα, επικράτησε μια σκληρή Μακεδονοκρατία με την συνεργασία των Εφόρων και το δόγμα «πειθαρχείν τοις προεστώσι»… Για πρώτη φορά στην ιστορία της, η υπερήφανη κι αδούλωτη Σπάρτη είδε τους εχθρούς να περνάνε τα όριά της, πάνω στα νεκρά κορμιά των γερόντων Σπαρτιατών που είχαν αποφασίσει να υπερασπισθούν την πατρίδα για να πεθάνουν ελεύθεροι και να μην ζήσουν την απώλεια της κυριαρχίας τους μέσα στην πόλη τους.

Στην Αλεξάνδρεια, πια, γράφεται η τελευταία σελίδα του δράματος, όπως μας την εξιστορεί με εξαίσιο ύφος η σύγχρονη τραγωδία που έγραψε ο πρέσβης ε.τ. Περικλής Νεάρχου με τίτλο «Λακεδαιμόνιοι Βασιλείς» (εκδ. Λειμών, 2016): 

Ο Κλεομένης και οι σύντροφοί του προσπαθούν να ξεσηκώσουν τον λαό της Αλεξανδρείας για να υπερασπισθεί την ελευθερία αλλά μόνοι και προδομένοι βρίσκουν τον θάνατο από τα ξίφη των δημίων τους.

Ο Κλεομένης, όμως, είναι επικίνδυνος και νεκρός, στους δρόμους της Αλεξάνδρειας αρχίζουν να ψιθυρίζουν ότι ήταν γυιός θεών, ο λαός μιλάει με θαυμασμό γι’ αυτόν, πολλοί μαζεύονται γύρω από τον σταυρό του, παράξενα πράγματα συμβαίνουν στην πόλη… 

«Τη νύκτα / κάποιοι είδαν φαντάσματα / με πανοπλίες που άστραφταν / και με ξίφη που ακτινοβολούσαν / Γυναικείες μορφές / με αγαλματένιο παράστημα / και υπέρκοσμη ομορφιά / που έμοιαζαν με θεές».

Ο Φάρος της Αλεξάνδρειας σαν να άρχισε να εκπέμπει ξαφνικά ένα άλλο φως: αιώνια παρακαταθήκη ελευθερίας απέναντι στην πανουργία που επιχειρεί να προβάλλει ως “συμφερότερη” την υποταγή και την εθελοδουλία, την προσαρμογή στα προαπαιτούμενα των ισχυρών.


Η Σπάρτη, με τον Κλεομένη, διέσωσε το μήνυμα του πολιτικού ανθρώπου της κλασσικής Ελλάδας, όσο κι αν αυτό μπορεί να φαίνεται οξύμωρο σε ορισμένους, απέναντι στο τυχοδιωκτικό πνεύμα της αυτοκρατορίας. 

Μας δίδαξε ότι δεν υπάρχει τίποτα πιο απεχθές από την μετατροπή της ανθρώπινης αδυναμίας σε «πιστεύω» και της υποτέλειας σε δόγμα. Κάτι πολύ επίκαιρο και σήμερα όπου η δολιότητα και η βαρβαρότητα των εχθρών μας προσπαθούν ύπουλα να υπερισχύσουν.


*Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Τρίτο Μάτι τ.257 (Οκτώβριος 2017)




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου